Prepovedati στα ελληνικά
Μετάφραση: prepovedati, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prenočišče στα ελληνικά - κατάλυμα, στέγαση, καταλύματα, διαμονή, διαμονής
- prepojeni στα ελληνικά - εμποτισμένα, εμποτισμένο, εμποτισμένη, εμποτισμένου, εμποτισμένες
- prepričan στα ελληνικά - βέβαιος, σίγουρος, σίγουροι, είστε σίγουροι, βέβαιοι
- presenetiti στα ελληνικά - έκπληξη, έκθαμβος, εκπλαγείτε, κατάπληκτος, έκπληκτος, έκπληκτοι
Τυχαίες λέξεις
Prepovedati στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Μεταφράσεις: απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως