Απαγορεύω στα σλοβενικά

Μετάφραση: απαγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nakazovat, nakazat, nakaz, prepovedati, daj, ne daj, prepovedujejo
Απαγορεύω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγορεύω

απαγορεύω στα γαλλικά, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω αρχαια, απαγορεύω english, απαγορεύω στα αγγλικά, απαγορεύω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, απαγορεύω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • απαίτηση στα σλοβενικά - zahteva, radost, žada, zahteve, zahtevo, pogoj
  • απαγορευμένο στα σλοβενικά - tabu, prepovedano, prepovedana, prepovedan, prepovedani, prepovedane
  • απαγχονίζω στα σλοβενικά - viseti, povesit, obesiti, obesit, viset, Obešanje, Vješala
  • απαγωγέας στα σλοβενικά - Odmicač, Otmičar
Τυχαίες λέξεις
Απαγορεύω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: nakazovat, nakazat, nakaz, prepovedati, daj, ne daj, prepovedujejo