Subjekt στα ελληνικά
Μετάφραση: subjekt, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρος, τρίμηνο, διορία, οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stéblo στα ελληνικά - παγανίζω, στέλεχος, κυνηγώ, Stem, βλαστικά, Τα βλαστικά, Βλαστικών
- stékat στα ελληνικά - σταλάζω, μικροποσότητα, στάζω, συγκλίνουν, σύγκλιση, συγκλίνει, σύγκλισης, ...
- subjektivnost στα ελληνικά - υποκειμενικότητα, υποκειμενικότητας, την υποκειμενικότητα, της υποκειμενικότητας, η υποκειμενικότητα
- subjektivní στα ελληνικά - υποκειμενικός, Υποκειμενική, Υποκειμενικές, Υποκειμενικά, Οι υποκειμενικές
Τυχαίες λέξεις
Subjekt στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρος, τρίμηνο, διορία, οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας
Μεταφράσεις: όρος, τρίμηνο, διορία, οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, φορέα, φορέας