Öga στα ελληνικά
Μετάφραση: öga, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ödmjuk στα ελληνικά - ταπεινός, ταπεινή, ταπεινό, την ταπεινή, ταπεινοί
- ödslig στα ελληνικά - μοναχικός, ασυντρόφευτος, μόνος, απόκοσμος, έρημος, έρημη, έρημο, ...
- ögla στα ελληνικά - οφθαλμός, θηλιά, βρόγχος, βρόχος, μάτι, βρόχο, βρόχου, ...
- ögonblick στα ελληνικά - στιγμιαίος, στιγμή, παρόν, τη στιγμή, στιγμή που, παρόντος
Τυχαίες λέξεις
Öga στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Μεταφράσεις: μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού