Anföring στα ελληνικά
Μετάφραση: anföring, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anfalla στα ελληνικά - επίθεση, επιτίθεμαι, βιαιοπραγία, επιδρομή, επίθεσης, προσβολή, ομάδα, ...
- anfäkta στα ελληνικά - παρενοχλώ, ταλανίζουν, βασανίζεται, ταλανίζεται, αντιμετωπίζουν, αντιμετώπισε
- anförtro στα ελληνικά - αναθέτω, εμπιστεύομαι, αναθέτει, αναθέτουν, να αναθέτει, Entrust
- anförvant στα ελληνικά - συγγενής
Τυχαίες λέξεις
Anföring στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα
Μεταφράσεις: γλώσσα