Avsevärd στα ελληνικά

Μετάφραση: avsevärd, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιόλογος, αρκετός, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Avsevärd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avsaknad στα ελληνικά - θέλω, απουσία, ανάγκη, υστέρημα, έλλειψη, ελλείψει, απουσίας, ...
  • avsats στα ελληνικά - χείλος, πρεβάζι, περβάζι, Ledge, προεξοχή, προεξοχών
  • avsikt στα ελληνικά - προαίρεση, σχεδιασμός, πρόθεση, σκοπός, προτίθεται, σκοπεύει, την πρόθεση, ...
  • avskaffa στα ελληνικά - ακυρώνω, καταργώ, ανακαλώ, καταργήσει, κατάργηση, να καταργήσει, καταργούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Avsevärd στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιόλογος, αρκετός, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά