Avslå στα ελληνικά
Μετάφραση: avslå, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκουπίδια, απορρίπτω, μαρασμός, κλίνω, ξεπεσμός, απορρίπτοντας, περί απορρίψεως, την απόρριψη, οποία απορρίφθηκε, απορρίψεως της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- avslag στα ελληνικά - απόρριψη, απόρριψης, την απόρριψη, απορρίψεως, η απόρριψη
- avsluta στα ελληνικά - τέλος, τερματισμός, τελειώνω, περατώνω, άκρο, τέλη, σκοπό, ...
- avslöja στα ελληνικά - αποκαλύπτω, διαφαίνομαι, αποκαλύψει, γνωστοποιεί, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, γνωστοποιούν
- avslöjande στα ελληνικά - αποκάλυψη, αποκαλύπτοντας, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, που αποκαλύπτουν
Τυχαίες λέξεις
Avslå στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκουπίδια, απορρίπτω, μαρασμός, κλίνω, ξεπεσμός, απορρίπτοντας, περί απορρίψεως, την απόρριψη, οποία απορρίφθηκε, απορρίψεως της
Μεταφράσεις: σκουπίδια, απορρίπτω, μαρασμός, κλίνω, ξεπεσμός, απορρίπτοντας, περί απορρίψεως, την απόρριψη, οποία απορρίφθηκε, απορρίψεως της