Bistå στα ελληνικά
Μετάφραση: bistå, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, βοηθός, βοηθήσει, βοηθούν, να βοηθήσει, συνδράμει, βοηθήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biskop στα ελληνικά - επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος
- bister στα ελληνικά - ανελέητος, σκληρός, πρύμνη, αυστηρός, βλοσυρός, ζοφερή, σκληρή, ...
- bistånd στα ελληνικά - βοηθός, βοήθεια, εκτόνωση, αρωγή, επικουρία, ανάγλυφος, ανακούφιση, ...
- bit στα ελληνικά - κομματάκι, φίμωτρο, αποφάγια, θραύσμα, κομμάτι, λίγο, δυαδικών ψηφίων, ...
Τυχαίες λέξεις
Bistå στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, βοηθός, βοηθήσει, βοηθούν, να βοηθήσει, συνδράμει, βοηθήσουν
Μεταφράσεις: επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, αρωγή, βοήθεια, βοηθός, βοηθήσει, βοηθούν, να βοηθήσει, συνδράμει, βοηθήσουν