Βοήθημα στα σουηδικά
Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bistå, hjälp, assistans, hjälpa, medhjälpare, bistånd, stöd, stödet, stöd som
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοήθημα
βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας σουηδικά, βοήθημα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βλοσυρός στα σουηδικά - bister, hård, barsk, sträng, grim, bistra, grymt, ...
- βοήθεια στα σουηδικά - understöd, biträde, understödja, bistå, hjälpa, medhjälpare, uppehålla, ...
- βοηθητικός στα σουηδικά - medhjälpare, extra, tillsats, hjälp, reserv
- βοηθός στα σουηδικά - hjälpa, biträde, assistans, bistånd, bistå, medhjälpare, hjälp, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bistå, hjälp, assistans, hjälpa, medhjälpare, bistånd, stöd, stödet, stöd som
Μεταφράσεις: bistå, hjälp, assistans, hjälpa, medhjälpare, bistånd, stöd, stödet, stöd som