Blek στα ελληνικά
Μετάφραση: blek, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χλωμός, ξανθός, χλωμό, ωχρό, απαλό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blandning στα ελληνικά - αναμιγνύω, μίγμα, ανακατώνω, ανακατεύω, μείγμα, μίγμα της, μίγματος, ...
- blank στα ελληνικά - κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού
- blekna στα ελληνικά - χλωμός, ξανθός, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει
- blemma στα ελληνικά - φουσκάλα, φούσκα, κοκκινίζω, λεκές, μουτζούρα, κηλιδώνω, μεγάλη κηλίδα
Τυχαίες λέξεις
Blek στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χλωμός, ξανθός, χλωμό, ωχρό, απαλό
Μεταφράσεις: χλωμός, ξανθός, χλωμό, ωχρό, απαλό