Certifikat στα ελληνικά

Μετάφραση: certifikat, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Certifikat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • central στα ελληνικά - κεντρικός, κεντρική, κεντρικό, κεντρικές, κεντρικής
  • ceremoni στα ελληνικά - εθιμοτυπία, τελετή, τελετής, τελετή απονομής, εκδήλωση, τελετή που
  • champagne στα ελληνικά - σαμπάνια, σαμπάνιας, με σαμπάνια, τη σαμπάνια
  • champinjon στα ελληνικά - μανιτάρι, μανιταριών, Μανιτάρια, Mushroom
Τυχαίες λέξεις
Certifikat στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό