Πιστοποιητικό στα σουηδικά
Μετάφραση: πιστοποιητικό, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
certifikat, intyg, certifikatet, intyget
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιητικό
πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, πιστοποιητικό γεννήσεως, πιστοποιητικό ταυτοπροσωπίας, πιστοποιητικό υγείας, πιστοποιητικό λεξικό γλώσσας σουηδικά, πιστοποιητικό στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πισινός στα σουηδικά - bak, butt, rumpa, stum, ända, rumpan
- πιστεύω στα σουηδικά - tro, tänka, tror, anser, tror att, anser att
- πιστοποιώ στα σουηδικά - certifiera, intyga, intygar, försäkrar, intygas
- πιστωτής στα σουηδικά - borgenär, borgenären, kreditgivaren, fordringsägare, fordrings
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιητικό στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: certifikat, intyg, certifikatet, intyget
Μεταφράσεις: certifikat, intyg, certifikatet, intyget