Kontakt στα ελληνικά

Μετάφραση: kontakt, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πινελιά, αγγίζω, επαφή, βύσμα, plug, βύσματος, φις, πώμα
Kontakt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • konsument στα ελληνικά - καταναλωτής, Καταναλωτών, των Καταναλωτών, Καταναλωτή, του καταναλωτή
  • konsumera στα ελληνικά - καταναλώνω, καταναλώνουν, καταναλώνουμε, καταναλώσει, καταναλώνει, καταναλώνετε
  • kontant στα ελληνικά - μετρητά, χρήματα, εξαργυρώνω, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
  • kontinent στα ελληνικά - ήπειρος, ήπειρο, ηπείρου, ήπειρό, της ηπείρου
Τυχαίες λέξεις
Kontakt στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πινελιά, αγγίζω, επαφή, βύσμα, plug, βύσματος, φις, πώμα