Lögn στα ελληνικά

Μετάφραση: lögn, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψεύδομαι, κείμαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
Lögn στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lödder στα ελληνικά - αφρίζω, σαπουνάδα, αφρό, σαπουνάδας, αφρού, αφρισμό
  • löfte στα ελληνικά - εχέγγυο, υπόσχεση, υπόσχομαι, υπόσχεσή, την υπόσχεση, υπόσχεσης, την υπόσχεσή
  • lögnaktig στα ελληνικά - κειμένος, βρίσκεται, που βρίσκεται, ξαπλωμένη, βρίσκονται
  • lögnare στα ελληνικά - ψεύτης, ψεύτη, ψεύτρα, ψεύστης
Τυχαίες λέξεις
Lögn στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψεύδομαι, κείμαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα