Κείμαι στα σουηδικά
Μετάφραση: κείμαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lögn, ligga, keimai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κείμαι
κείμαι ετυμολογια, κείμαι κλίση, κείμαι αρχικοί χρόνοι, κείμαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, κείμαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καύσιμο στα σουηδικά - bränsle, brännbar, brännbara, brännbart, bränn
- καύσιμος στα σουηδικά - brännbar, brännbara, brännbart, bränn
- κείμενο στα σουηδικά - genomfart, pass, korridor, överfart, text, texten, SMSa, ...
- κειμήλιο στα σουηδικά - juvel, juvelen, pärla
Τυχαίες λέξεις
Κείμαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lögn, ligga, keimai
Μεταφράσεις: lögn, ligga, keimai