Lantlig στα ελληνικά
Μετάφραση: lantlig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροτικός, χώρα, χώρας, χωρών, τη χώρα, χώρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lantbrukare στα ελληνικά - αγρότης, αγρότες, οι αγρότες, τους αγρότες, γεωργούς, γεωργοί
- lanterna στα ελληνικά - φανάρι, φανός, φαναράκι, φανού, φαναριού, φανό
- lapp στα ελληνικά - γλιστρώ, γλίστρημα, παραδρομή, μπάλωμα, ολίσθημα, κηλίδα, έμπλαστρο, ...
- lappa στα ελληνικά - επισκευάζω, κηλίδα, έμπλαστρο, ενημερωμένη έκδοση κώδικα, επίθεμα, εμπλάστρου
Τυχαίες λέξεις
Lantlig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροτικός, χώρα, χώρας, χωρών, τη χώρα, χώρες
Μεταφράσεις: αγροτικός, χώρα, χώρας, χωρών, τη χώρα, χώρες