Minoritet στα ελληνικά

Μετάφραση: minoritet, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Minoritet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • minne στα ελληνικά - μνήμη, ενθύμιο, κουπόνι, ανάμνηση, υπόλειμμα, δείγμα, αναμνηστικό, ...
  • minnesmärke στα ελληνικά - μνημόσυνο, μνημείο, Memorial, μνημείου, αναμνηστική
  • minska στα ελληνικά - κλίνω, μειώνω, μικραίνω, μαρασμός, μείωση, περιορίζω, ελαττώνω, ...
  • minut στα ελληνικά - λεπτό, μικροσκοπικός, λεπτομερής, λεπτά, λεπτά με, λεπτά με τα πόδια, λεπτών
Τυχαίες λέξεις
Minoritet στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων