Μειοψηφία στα σουηδικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
minoritet, minoritets, minoriteten, minoritetens, minoriteter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας σουηδικά, μειοψηφία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα σουηδικά - alkoholist, rummy, version av Rummy
- μειονέκτημα στα σουηδικά - nackdel, nackdelen, nackdelar, underläge
- μειώνομαι στα σουηδικά - minska, avta, vankant, tillbakagång, avtar, avtagande
- μειώνω στα σουηδικά - minska, reducera, inskränka, förkorta
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: minoritet, minoritets, minoriteten, minoritetens, minoriteter
Μεταφράσεις: minoritet, minoritets, minoriteten, minoritetens, minoriteter