Mottagande στα ελληνικά
Μετάφραση: mottagande, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήψη, υποδοχή, παραλαβή, ρεσεψιόν, απόδειξη, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- motsvarighet στα ελληνικά - ομόλογος, αντίστοιχος, ισότιμος, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ...
- motsäga στα ελληνικά - διαψεύδω, αντιφάσκω, αντιλέγω, έρχονται σε αντίθεση με, σε αντίθεση με, σε αντίθεση, έρχονται σε αντίθεση, ...
- mottagare στα ελληνικά - εκκαθαριστής, παραλήπτης, δέκτης, δέκτη, δε, του δέκτη, παραλήπτη
- mottaglig στα ελληνικά - επιδεικτικός, εύθικτος, ευπαθής, επιδεκτικός, ευαίσθητος, ευπαθών, ευαίσθητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Mottagande στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήψη, υποδοχή, παραλαβή, ρεσεψιόν, απόδειξη, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν
Μεταφράσεις: λήψη, υποδοχή, παραλαβή, ρεσεψιόν, απόδειξη, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν