Ombytlig στα ελληνικά
Μετάφραση: ombytlig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευμετάβλητος, άστατος, μεταβλητός, άστατη, ευμετάβολη, ευμετάβολοι, fickle
Μεταφράσεις
- om στα ελληνικά - εάν, είτε, αν, εφόσον, περίπτωση
- ombud στα ελληνικά - πράκτορας, παράγων, μεσίτης, αντιπρόσωπος, αντιπροσωπευτικός, παραστατικός, Πράκτορες, ...
- omdöme στα ελληνικά - γνώμη, άποψη, γνωμάτευση, ανασκόπηση, αναθεώρηση, κριτική, Αξιολόγηση, ...
- omedelbar στα ελληνικά - ωθώ, στιγμιαίος, στιγμή, γρήγορος, υποκινώ, άμεσος, άμεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Ombytlig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευμετάβλητος, άστατος, μεταβλητός, άστατη, ευμετάβολη, ευμετάβολοι, fickle
Μεταφράσεις: ευμετάβλητος, άστατος, μεταβλητός, άστατη, ευμετάβολη, ευμετάβολοι, fickle