Regering στα ελληνικά

Μετάφραση: regering, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασιλεία, βασιλεύω, διοίκηση, κυβέρνηση, αποφασίζω, διοικητικός, ιθύνω, χορήγηση, κανόνας, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές
Regering στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • regent στα ελληνικά - ηγεμόνας, κυρίαρχος, αντιβασιλέας, αυτεξούσιος, Regents, Το Regents, αντιβασιλείς, ...
  • regera στα ελληνικά - βασιλεία, διέπω, κανόνας, αποφασίζω, βασιλεύω, κυβερνώ, ιθύνω, ...
  • regi στα ελληνικά - χορήγηση, διοίκηση, κυβέρνηση, διοικητικός, αιγίδα, την αιγίδα, αιγίδα του, ...
  • regim στα ελληνικά - καθεστώς, πολίτευμα, δίαιτα, καθεστώτος, σύστημα, συστήματος, το καθεστώς
Τυχαίες λέξεις
Regering στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασιλεία, βασιλεύω, διοίκηση, κυβέρνηση, αποφασίζω, διοικητικός, ιθύνω, χορήγηση, κανόνας, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές