Riktning στα ελληνικά

Μετάφραση: riktning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ροπή, μόδα, κατεύθυνση, τάση, διεύθυνση, την κατεύθυνση, κατεύθυνσης, φορά
Riktning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rikta στα ελληνικά - απευθύνω, διεύθυνση, στόχος, στόχο, στόχου, στόχους, στόχων
  • riktig στα ελληνικά - διορθώνω, δικαίωμα, δεξιός, σωστός, πραγματικός, πραγματικό, πραγματική, ...
  • rim στα ελληνικά - RIM, Η RIM, της RIM, τη RIM, την RIM
  • rimlig στα ελληνικά - λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική
Τυχαίες λέξεις
Riktning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ροπή, μόδα, κατεύθυνση, τάση, διεύθυνση, την κατεύθυνση, κατεύθυνσης, φορά