Streck στα ελληνικά

Μετάφραση: streck, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γραμμή, παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, μπαρ, bar, ράβδο, μπάρα
Streck στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stratosfär στα ελληνικά - στρατόσφαιρα, στρατόσφαιρας
  • strax στα ελληνικά - μόλις, απλώς, μόνο, ακριβώς, απλά
  • strejk στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
  • strejka στα ελληνικά - χτυπώ, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
Τυχαίες λέξεις
Streck στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γραμμή, παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, μπαρ, bar, ράβδο, μπάρα