Upphäva στα ελληνικά
Μετάφραση: upphäva, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταργώ, ασανσέρ, σηκώνω, υψώνω, ακυρώνω, ανάκληση, κατάργηση, κατάργησης, την κατάργηση, καταργήσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- upphetsning στα ελληνικά - φασαρία, διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, εγρήγορσης, τη διέγερση
- upphov στα ελληνικά - αρχή, έναρξη, πηγή, ρίζα, προέλευση, αύξηση, αυξηθεί, ...
- upphöra στα ελληνικά - παύω, περατώνω, τελειώνω, τερματισμός, τέλος, άκρο, τέλη, ...
- uppköp στα ελληνικά - αγοράζω, αγορά, εξαγοράς, εξαγορά, ανάληψη, ανάληψης, την εξαγορά
Τυχαίες λέξεις
Upphäva στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταργώ, ασανσέρ, σηκώνω, υψώνω, ακυρώνω, ανάκληση, κατάργηση, κατάργησης, την κατάργηση, καταργήσεως
Μεταφράσεις: καταργώ, ασανσέρ, σηκώνω, υψώνω, ακυρώνω, ανάκληση, κατάργηση, κατάργησης, την κατάργηση, καταργήσεως