Ακυρώνω στα σουηδικά

Μετάφραση: ακυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avskaffa, upphäva, inställa, annullera, avboka, avbryta, avbryter
Ακυρώνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακυρώνω

ακυρώνω english, ακυρώνω στα γαλλικά, ακυρώνω συνώνυμα, ακυρώνω μετάφραση αγγλικά, ακυρώνω αγγλικα, ακυρώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ακυρώνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ακτινοβόλος στα σουηδικά - strålande, strålnings
  • ακυρότητα στα σουηδικά - ogiltighet, ogiltigförklaring, ogiltigt, ogiltigheten, nullitet
  • ακόλαστος στα σουηδικά - libertin, Libertine, libertinen
  • ακόλουθος στα σουηδικά - följande, efter, följer, följa, efter det
Τυχαίες λέξεις
Ακυρώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avskaffa, upphäva, inställa, annullera, avboka, avbryta, avbryter