Aile στα ελληνικά

Μετάφραση: aile, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικογένεια, σπίτι, σπιτικό, οικιακός, οίκος, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας
Aile στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ahmaklık στα ελληνικά - ανοησία, μωρία, ανοησίας, την ανοησία, αφροσύνη
  • ahır στα ελληνικά - στάβλος, σταθερός, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες, αχυρώνας
  • ajan στα ελληνικά - μεσίτης, πράκτορας, παράγων, αντιπρόσωπος, μέσο, παράγοντα
  • ak στα ελληνικά - άσπρος, λευκός, λευκό, λευκή, άσπρο, λευκά, λευκού
Τυχαίες λέξεις
Aile στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικογένεια, σπίτι, σπιτικό, οικιακός, οίκος, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας