Anlamak στα ελληνικά

Μετάφραση: anlamak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβλέπω, πιάνω, υλοποιούμαι, σφίγγω, συλλαμβάνω, καταλάβω, να καταλάβω, καταλάβουμε, υπολογίσετε, υπολογίσει
Anlamak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anekdot στα ελληνικά - ανέκδοτο, το ανέκδοτο, ανέκδοτο που, ανέκδοτου, ανέκδοτο για
  • anlam στα ελληνικά - έννοια, εισάγω, σημασία, νόημα, σημαίνει, που σημαίνει, την έννοια
  • anlamsız στα ελληνικά - γελοίος, ανόητος, περίγελος, παράλογος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ...
  • anlatmak στα ελληνικά - εξηγήσει, εξηγούν, να εξηγήσει, εξηγήσουν, εξηγεί
Τυχαίες λέξεις
Anlamak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβλέπω, πιάνω, υλοποιούμαι, σφίγγω, συλλαμβάνω, καταλάβω, να καταλάβω, καταλάβουμε, υπολογίσετε, υπολογίσει