Διαβλέπω στα τούρκικα
Μετάφραση: διαβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anlamak, anlıyorum, görmek, görüyorum, gördüğüm, anladım
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαβλέπω
διαβλέπω ετυμολογια, διαβλέπω λεξικο, διαβλέπω ορισμός, διαβλέπω βικιπαιδεια, διαβλέπω συνωνυμο, διαβλέπω λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαβλέπω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διαβιβάζω στα τούρκικα - getirmek, iletmek, iletimi, aktarmak, iletir, ileten
- διαβιβαστής στα τούρκικα - gönderen, forwarder, iletici, bir iletici, nakliyeci
- διαβολή στα τούρκικα - iftira, bir iftira, iftira etmek, kara çalma, kara çalmak
- διαβολικός στα τούρκικα - afacan, impish, yaramaz, haylaz, cin gibi
Τυχαίες λέξεις
Διαβλέπω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: anlamak, anlıyorum, görmek, görüyorum, gördüğüm, anladım
Μεταφράσεις: anlamak, anlıyorum, görmek, görüyorum, gördüğüm, anladım