Azınlık στα ελληνικά

Μετάφραση: azınlık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
Azınlık στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aziz στα ελληνικά - άγια, άγιος, Αγίου, άγιο, saint, του Αγίου
  • azletmek στα ελληνικά - εκθρονίζω, να απορρίψει, απορρίψει, απόρριψη, απολύσει, απολύσεως
  • aç στα ελληνικά - πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
  • açgözlü στα ελληνικά - άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
Τυχαίες λέξεις
Azınlık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων