Birlikte στα ελληνικά
Μετάφραση: birlikte, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- birleştirmek στα ελληνικά - συγχωνεύομαι, ενοποιώ, συνδέω, ενώνω, συνενώνω, κατατάσσομαι, συγχωνεύω, ...
- birlik στα ελληνικά - σωματειακός, ακεραιότητα, ενότητα, ένωση, σχέση, μονάδα, αρμονία, ...
- bisiklet στα ελληνικά - ποδήλατο, ρόδα, τροχός, ποδηλάτων, ποδηλάτου, Ενοικίαση ποδηλάτων, το ποδήλατο
- bitirme στα ελληνικά - τελειοποίηση, φινίρισμα, φινιρίσματος, τελειώματος, τερματισμού, τελείωμα
Τυχαίες λέξεις
Birlikte στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και