Dört στα ελληνικά

Μετάφραση: dört, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τέσσερις, τέσσερα, τεσσάρων, τέσσερεις
Dört στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dönüş στα ελληνικά - γυρίζω, επιστρέφω, επιστροφή, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
  • dönüştürmek στα ελληνικά - μετουσιώνω, μετατρέπω, μεταβάλλω, μετατροπή, μετατρέπουν, μετατρέψετε, μετατρέψει, ...
  • dövme στα ελληνικά - τατουάζ, δερματοστιξία, tattoo, δερματοστιξιών, το τατουάζ
  • düello στα ελληνικά - μονομαχία, μονομαχίας, η μονομαχία, μονομαχία με
Τυχαίες λέξεις
Dört στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: τέσσερις, τέσσερα, τεσσάρων, τέσσερεις