Devam στα ελληνικά
Μετάφραση: devam, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέχεια, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dert στα ελληνικά - πόνος, ταλαιπωρία, φασαρία, πρόβλημα, προβλήματα, κόπο
- derya στα ελληνικά - ποτάμι, θάλασσα, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
- devamlı στα ελληνικά - αδιάκοπος, αξιόλογος, ουσιαστικός, δυνατός, συνεχής, διαρκής, συμπαγής, ...
- devinim στα ελληνικά - γνέφω, πρόταση, κίνηση, κίνημα, κίνησης, πρότασης, κινήσεως
Τυχαίες λέξεις
Devam στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέχεια, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση
Μεταφράσεις: συνέχεια, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση