Úvěr στα ελληνικά

Μετάφραση: úvěr, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τικ, δάνειο, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστωση, δανεισμός, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
Úvěr στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • byrokracie στα ελληνικά - γραφειοκρατία, γραφειοκρατίας, της γραφειοκρατίας, τη γραφειοκρατία, η γραφειοκρατία
  • kolidovat στα ελληνικά - συγκρούονται, συγκρουστούν, συγκρουστεί, σύγκρουση, συγκρούεται
  • kolmý στα ελληνικά - κάθετος, μπλόφα, αναστηλώνω, δοκάρι, σταθμίζω, όρθιος, τίμιος, ...
  • obezřetnost στα ελληνικά - επιφύλαξη, διακριτικότητα, περίσκεψη, διάκριση, προνοητικότητα, εχεμύθεια, προειδοποίηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Úvěr στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τικ, δάνειο, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστωση, δανεισμός, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό