Šos στα ελληνικά

Μετάφραση: šos, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουρά, φούστα, ουράς, της ουράς, την ουρά, πίσω
Šos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • báně στα ελληνικά - τρούλος, τρούλους, τρούλοι, θόλοι, θόλους, ορθοκάμινους
  • cit στα ελληνικά - αίσθηση, συναίσθημα, αίσθημα, συγκίνηση, το συναίσθημα, συναισθήματα, συναισθήματος
  • jedlík στα ελληνικά - τρώγων, τρώει, eater, τρώγοντες, τρώγοντα
  • klouzavý στα ελληνικά - ολισθηρός, γλιστερός, κίνηση, κινούμενος, Μετακίνηση, Μετακομίσεις, Προχωρώντας
Τυχαίες λέξεις
Šos στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουρά, φούστα, ουράς, της ουράς, την ουρά, πίσω