Štiplavý στα ελληνικά

Μετάφραση: štiplavý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνιγηρός, δριμύς, ενδιαφερόμενος, σέρτικος, οξυδερκής, στυφός, σοβαρός, τραχύς, πικρός, αυστηρός, άγριος, σκληρός, καυτός, καυστική, πυκνό, στυφά, acrid
Štiplavý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • folklór στα ελληνικά - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
  • intriky στα ελληνικά - Ειδυλλιακό, ίντριγκα, Δολοπλοκίας, Ειδυλλιακό Τζάκποτ, Intrigue
  • kauzální στα ελληνικά - αιτιώδης συνάφεια, αιτιολογικός, συνάφεια, αιτιώδης, αιτιώδη
  • kosmopolita στα ελληνικά - κοσμοπολίτης, κοσμοπολίτικη, κοσμοπολίτικου, κοσμοπολίτη, κοσμοπολίτικο
Τυχαίες λέξεις
Štiplavý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνιγηρός, δριμύς, ενδιαφερόμενος, σέρτικος, οξυδερκής, στυφός, σοβαρός, τραχύς, πικρός, αυστηρός, άγριος, σκληρός, καυτός, καυστική, πυκνό, στυφά, acrid