Blahovůle στα ελληνικά
Μετάφραση: blahovůle, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευνοώ, φιλανθρωπία, ρουσφέτι, καλοσύνη, χάρη, στη γενναιοδωρία, καλοκαγαθία, στην γενναιοδωρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blahosklonný στα ελληνικά - πρόσχαρος, καταδεκτικός, συγκαταθετικός, condescending, συγκαταβατική, συγκαταβατικός
- blahovičník στα ελληνικά - ευκάλυπτος, αγιόξυλο, Jarrah, Jarrah στην
- blahořečit στα ελληνικά - ευλογώ, μακαρίζω
- blamovat στα ελληνικά - ρεζιλεύω, αποβλακώνω, κάνει, να κάνει, να, κάνουν, κάνετε
Τυχαίες λέξεις
Blahovůle στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευνοώ, φιλανθρωπία, ρουσφέτι, καλοσύνη, χάρη, στη γενναιοδωρία, καλοκαγαθία, στην γενναιοδωρία
Μεταφράσεις: ευνοώ, φιλανθρωπία, ρουσφέτι, καλοσύνη, χάρη, στη γενναιοδωρία, καλοκαγαθία, στην γενναιοδωρία