Dříví στα ελληνικά

Μετάφραση: dříví, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξύλο, ξυλεία, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο
Dříví στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dřít στα ελληνικά - κόπος, νύξη, κέντρισμα, μόχθος, σκάβω, σαρκασμός, τρίψιμο, ...
  • dříve στα ελληνικά - κάποτε, προτού, πριν, προηγούμενα, άλλοτε, εφάπαξ, νωρίτερα, ...
  • dřívější στα ελληνικά - πρώην, αργός, πρόσθιος, προηγούμενος, αποθανών, όψιμος, αργά, ...
  • dříč στα ελληνικά - αγγαρεία, τρίζω, αλέθω, λιώνω, δουλεύω σκληρά, Drudge, δουλευτής, ...
Τυχαίες λέξεις
Dříví στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξύλο, ξυλεία, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο