Dedukovat στα ελληνικά

Μετάφραση: dedukovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, εκπίπτω, συμπεραίνω, συναγωγή, συνάγοντας, συμπεραίνοντας, συναγάγουν, να συναγάγουν
Dedukovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dedikovat στα ελληνικά - αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώνουν, αφιερώσω, αφιερώσουν
  • dedukce στα ελληνικά - επαγωγή, συλλογιστικός, συμπεραίνω, συλλογισμός, έκπτωση, αφαίρεση, έκπτωσης, ...
  • deduktivní στα ελληνικά - επαγωγικός, αφαιρετικής, απαγωγική, επαγωγική, απαγωγικό
  • defekace στα ελληνικά - αφόδευση, αφόδευσης, την αφόδευση, της αφόδευσης, κένωση
Τυχαίες λέξεις
Dedukovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, εκπίπτω, συμπεραίνω, συναγωγή, συνάγοντας, συμπεραίνοντας, συναγάγουν, να συναγάγουν