Συνάγω στα τσεχικά
Μετάφραση: συνάγω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
usuzovat, odvodit, dedukovat, usoudit, vyvozovat, vyvodit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνάγω
συνάγω ετυμολογία, συνάδω ορισμός, συνάγω συμπέρασμα, συνάγω συνώνυμα, συνάγω συνάγω, συνάγω λεξικό γλώσσας τσεχικά, συνάγω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- συμψηφισμός στα τσεχικά - kompenzace, odškodné, náhrada, vyrovnání, nahrazení, odškodnění, bonifikace, ...
- συν στα τσεχικά - přídavný, plus, a, navíc, a navíc
- συνάδελφος στα τσεχικά - člověk, přítel, spolupracovník, chlap, chlápek, druh, chlapík, ...
- συνάλλαγμα στα τσεχικά - směnka, záměna, měna, vyměnit, zaměnit, měnit, centrála, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνάγω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: usuzovat, odvodit, dedukovat, usoudit, vyvozovat, vyvodit
Μεταφράσεις: usuzovat, odvodit, dedukovat, usoudit, vyvozovat, vyvodit