Klasifikovat στα ελληνικά
Μετάφραση: klasifikovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταξινομώ, συναναστρέφομαι, τύπος, είδος, τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- klasický στα ελληνικά - κλασσικός, κλασικής, κλασική, κλασσική, κλασσικής
- klasifikace στα ελληνικά - ταξινόμηση, διανομή, κατανομή, κατάταξη, ταξινόμησης, κατάταξης, την ταξινόμηση
- klasik στα ελληνικά - κλασική, κλασικά, κλασικό, κλασικού, κλασσικό
- klasika στα ελληνικά - κλασικά, Classics, κλασικών, κλασσικά, κλασικούς
Τυχαίες λέξεις
Klasifikovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταξινομώ, συναναστρέφομαι, τύπος, είδος, τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί
Μεταφράσεις: ταξινομώ, συναναστρέφομαι, τύπος, είδος, τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί