Lpět στα ελληνικά
Μετάφραση: lpět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμμένω, προσκολλώμαι, συνδέω, επισυνάπτω, κολλώ, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ložnice στα ελληνικά - υπνοδωμάτιο, κρεβατοκάμαρα, υπνοδωματίων, υπνοδωματίου, υπνοδωμάτια
- lpění στα ελληνικά - εμμονή, προσκόλληση, τήρηση, την τήρηση, τήρησης, προσήλωση
- lstivost στα ελληνικά - πονηρός, πονηριά, απάτη, καπάτσος, πανουργία, κατεργαριά, πονηριάς, ...
- lstivý στα ελληνικά - ύπουλος, πανουργία, εμπαθής, δύσκολος, κακόβουλος, τετραπέρατος, καπάτσος, ...
Τυχαίες λέξεις
Lpět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμμένω, προσκολλώμαι, συνδέω, επισυνάπτω, κολλώ, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
Μεταφράσεις: εμμένω, προσκολλώμαι, συνδέω, επισυνάπτω, κολλώ, συνδέομαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται