Míra στα ελληνικά

Μετάφραση: míra, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέτρο, μετρητής, έκταση, μέτρηση, πτυχίο, τιμή, καταμέτρηση, βαθμός, μετρώ, διάσταση, υπολογίζω, αναλογία, εκτιμώ, μέγεθος, ποσοστό, ρυθμό
Míra στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mínění στα ελληνικά - σημασία, πεποίθηση, έννοια, εκτίμηση, κρίση, πίστη, φυλάξου, ...
  • mír στα ελληνικά - ησυχασμός, ειρήνη, ειρήνης, την ειρήνη, της ειρήνης, ειρηνευτική
  • mírnit στα ελληνικά - διάθεση, σκληραίνω, κοπάζω, τροποποιώ, μέτριος, οργή, μετριοπαθής, ...
  • mírnost στα ελληνικά - εγκράτεια, επιείκεια, μετριοπάθεια, πραότητα, ευγένεια, gentleness, ηπιότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Míra στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέτρο, μετρητής, έκταση, μέτρηση, πτυχίο, τιμή, καταμέτρηση, βαθμός, μετρώ, διάσταση, υπολογίζω, αναλογία, εκτιμώ, μέγεθος, ποσοστό, ρυθμό