Μέτρηση στα τσεχικά
Μετάφραση: μέτρηση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozměr, měření, velikost, míra, měřicí, měřící, pro měření
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτρηση
μέτρηση θερμοκρασίας, μέτρηση πίεσης, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση χρόνου, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση λεξικό γλώσσας τσεχικά, μέτρηση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- μέσος στα τσεχικά - činit, střední, nivelizovat, průměrný, průměr, prostřední, Průměrné, ...
- μέτοχος στα τσεχικά - akcionář, podílník, akcionářem, akcionáře, akcionářů, vlastníkem
- μέτριος στα τσεχικά - prostředek, sjízdný, mírnit, prostřední, ucházející, prostředí, obstojný, ...
- μέτρο στα τσεχικά - metr, takt, změřit, ohodnotit, měření, míra, odměřit, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρηση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: rozměr, měření, velikost, míra, měřicí, měřící, pro měření
Μεταφράσεις: rozměr, měření, velikost, míra, měřicí, měřící, pro měření