Napevno στα ελληνικά
Μετάφραση: napevno, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, σταθερός, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- naparfémovat στα ελληνικά - άρωμα, μυρωδιά, οσμή, ευωδία, ευωδιά, αρώματος, αρώματα, ...
- naparádit στα ελληνικά - τάρτα, ξινό, τάρτας, ξινά, ξινός
- napjatost στα ελληνικά - τόνος, στρες, τονίζω, άγχος, σφίξιμο, στεγανότητα, στεγανότητας, ...
- naplnit στα ελληνικά - εκπληρώνω, ζαλίκι, ικανοποιώ, πραγματοποιώ, ολοκληρώνω, ανεφοδιάζω, ολόκληρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Napevno στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, σταθερός, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής
Μεταφράσεις: σφικτά, ακράδαντα, σταθερά, σταθερός, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής