Nedovolený στα ελληνικά
Μετάφραση: nedovolený, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nedotknutelnost στα ελληνικά - ανοσία, ασυδοσία, αγιότητα, ιερότητα, ιερότητας, αγιότητας, την αγιότητα
- nedotknutelný στα ελληνικά - άθικτος, απαράβατο, ανέγγιχτη, άθικτοι, άθικτο
- nedočkavost στα ελληνικά - ανησυχία, ανυπομονησία, την ανυπομονησία, ανυπομονησίας, η ανυπομονησία, αδημονία
- nedočkavý στα ελληνικά - ανυπόμονος, πρόθυμος, πρόθυμοι, πρόθυμη, πρόθυμο, ανυπομονούν
Τυχαίες λέξεις
Nedovolený στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
Μεταφράσεις: παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες