Nudismus στα ελληνικά
Μετάφραση: nudismus, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nucení στα ελληνικά - πίεση, παρόρμηση, εξαναγκασμός, αναγκάζοντας, αναγκάζει, αναγκάζοντάς, αναγκάζουν, ...
- nuda στα ελληνικά - οκνηρία, βαρεμάρα, πλήττω, πλήξη, ανία, την πλήξη, πλήξης
- nudista στα ελληνικά - γυμνιστής, γυμνιστών, naturist, γυμνιστικό, για γυμνιστές
- nudistický στα ελληνικά - γυμνός, γυμνό, γυμνά, nude, γυμνούς
Τυχαίες λέξεις
Nudismus στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές
Μεταφράσεις: γυμνισμός, γυμνισμό, ο γυμνισμός, γυμνισμού, γυμνιστές