Odskok στα ελληνικά
Μετάφραση: odskok, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπτωση, υποκατάστημα, κλάδος, αντίκτυπο, κλαδί, αντίκτυπος, γκελ, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odrůda στα ελληνικά - ποικιλία, ποικιλίας, διάφορες, διάφορα, ποικίλες
- odseknout στα ελληνικά - κόβω, αποκόβω, ανταπαντώ, αντίλογος, αποστακτήρας, αποστακτήρα, αποστακτήρος, ...
- odskočit στα ελληνικά - αναπηδώ, άνοιξη, εκτινάσσομαι, γκελ, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ...
- odskákat στα ελληνικά - πληρωμή, πληρώνω
Τυχαίες λέξεις
Odskok στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπτωση, υποκατάστημα, κλάδος, αντίκτυπο, κλαδί, αντίκτυπος, γκελ, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
Μεταφράσεις: επίπτωση, υποκατάστημα, κλάδος, αντίκτυπο, κλαδί, αντίκτυπος, γκελ, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν