Odstoupení στα ελληνικά
Μετάφραση: odstoupení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραίτηση, εγκαρτέρηση, εγκατάλειψη, παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παράδοσή
Μεταφράσεις
- odstavec στα ελληνικά - ρήτρα, τμήμα, κομμάτι, πράγμα, τομή, παράγραφος, άρθρο, ...
- odstavit στα ελληνικά - αποκόβω, αποσπώ, απογαλακτίζω, ξεκόβω, απογαλακτίσει, απογαλακτίσουν, απογαλακτίζουν
- odstoupit στα ελληνικά - υπαναχωρώ, αδειάζω, υπαναχωρώ., εκκενώνω, αποποιούμαι, αποσύρω, αποκηρύσσω, ...
- odstranit στα ελληνικά - έκδηλος, μετακινώ, εκπυρσοκρότηση, αποκλείω, ελευθερώνω, εκροή, μετακομίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Odstoupení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραίτηση, εγκαρτέρηση, εγκατάλειψη, παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παράδοσή
Μεταφράσεις: παραίτηση, εγκαρτέρηση, εγκατάλειψη, παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παράδοσή