Omezení στα ελληνικά

Μετάφραση: omezení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγωγή, φραγμός, συστολή, μείωση, περιορίζω, περιστολή, τσιγκουνεύομαι, εξαναγκασμός, πρόκριση, περιορισμός, περιορισμοί, περιορισμούς, περιορισμών, τους περιορισμούς, όρια
Omezení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • omdlít στα ελληνικά - αμυδρός, λιποθυμώ, λιποθυμία, Λιποθυμώ, λιποθυμούν, Swoon, λιποθυμώ για
  • omeleta στα ελληνικά - τηγανίτα, ομελέτα, ομελέτες, ομελέτας, ομελέτα με
  • omezený στα ελληνικά - χοντρός, κοντός, στενός, λίπος, χόνδρος, περιορισμένος, περιορισμένο, ...
  • omezit στα ελληνικά - προκρίνομαι, περιστέλλω, κράσπεδο, χαλιναγωγώ, μειώνω, αναχαιτίζω, περιορίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Omezení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγωγή, φραγμός, συστολή, μείωση, περιορίζω, περιστολή, τσιγκουνεύομαι, εξαναγκασμός, πρόκριση, περιορισμός, περιορισμοί, περιορισμούς, περιορισμών, τους περιορισμούς, όρια