Λέξη: χιόνι

Σχετικές λέξεις: χιόνι

χιόνι παρνασσός, χιόνι στην αθήνα, χιόνι πάνω στους κέδρους, χιόνι σε όνειρο, χιόνι ονειροκριτης, χιόνι ονειρο

Μεταφράσεις: χιόνι

χιόνι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
snow, the snow

χιόνι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nevar, nieve, la nieve, de nieve, de la nieve

χιόνι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überlisten, schnee, schneien, kokain, Schnee, Schneefall, snow

χιόνι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
neigeux, neiger, neige, la neige, de neige, neiges, de la neige

χιόνι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nevicata, fioccare, neve, nevicare, la neve, di neve, della neve, snow

χιόνι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bufar, neve, nevar, de neve, a neve, da neve, snow

χιόνι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sneeuwen, sneeuw, de sneeuw, snow

χιόνι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
героин, снег, сыпаться, седина, снега, снежный, снежного, снегу

χιόνι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
snø, snøen, Snørapport, snow, Ski

χιόνι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snö, snöa, snön, snow, snör

χιόνι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tuiskuta, hanki, lumi, lumentulo, lunta, lumen, snow, lumessa

χιόνι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sne, sneen, snow

χιόνι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sníh, sněhu, zasněžování, sněhové, sněhem

χιόνι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
prószyć, zaśnieżyć, śnieżyć, śnieżenie, padać, śnieżek, śnieg, śniegu, snow, niegu, śniegiem

χιόνι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kokain, hó, hókotró, hóban, hóval, a hó

χιόνι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kokain, kar, Snow, kar kar, karla, Pamuk

χιόνι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сивина, героїн, сипатися, сніг, сипатись, сніжний, сильний, дощ

χιόνι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
borë, dëbora, dëborë, bora, borës

χιόνι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сняг, снега, снежната, за снега

χιόνι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сьнег, снег, дождж, воблачнасць, Ясна

χιόνι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lumi, lume, lund, lumega, lumekoristusmasinad

χιόνι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
snijeg, sniježiti, snijegu, snijega, Snow, o snijegu

χιόνι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snjór, Snow, snjó, snjórinn, snjókoma

χιόνι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
nix

χιόνι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
snigti, sniegas, sniego, Snow, žieminė, sniegą

χιόνι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
snigt, sniegs, sniegputenis, sniega, Snow, sniegu, ziemas

χιόνι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
снегот, снег, снежна, снежни

χιόνι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
zăpadă, nea, ninge, ninsoare, zapada, de zăpadă, zăpada

χιόνι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sníh, sneg, snežiti, snow, snega, snežna, snežni

χιόνι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sneh, snehu, snow

Στατιστικά δημοτικότητας: χιόνι

Τυχαίες λέξεις